Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

« ΑΓΙΟΙ ΑΚΥΛΑΣ ΚΑΙ ΠΡΙΣΚΙΛΛΑ »


     Ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα ήταν ένα αγαπημένο Χριστιανικό ζευγάρι που  μαρτύρησαν την εποχή του Νέρωνα. Οι Άγιοι αυτοί κατάγονταν από τον Πόντο. Όταν εκδιώχθηκαν από την Ρώμη  όλοι οι  Ιουδαίοι, λόγω των αναταραχών που γινόντουσαν μεταξύ τους στις συναγωγές για τον Ιησού, ο Ακύλας, που ήταν σκηνοποιός στο επάγγελμα, και η γυναίκα του Πρίσκιλλα αναγκάσθηκαν και αυτοί να φύγουν για την Κόρινθο.
     Στην Κόρινθο τους συναντάει ο Απόστολος Παύλος, όπως αναφέρεται στις Πράξεις 18, 1-4:  «…αναχώρησε (ο Παύλος) από την Αθήνα και ήλθε στην Κόρινθο. Εκεί βρήκε έναν Ιουδαίο από τον Πόντο, που τον έλεγαν Ακύλα. Αυτός είχε έλθει πρόσφατα από την Ιταλία μαζί με τη γυναίκα του την Πρίσκιλλα, επειδή ο Κλαύδιος είχε διατάξει να φύγουν όλοι οι Ιουδαίοι από την Ρώμη. Ο Παύλος ήλθε σ΄ αυτούς, κι επειδή είχαν την ίδια τέχνη, έμεινε μαζί τους και εργαζόταν. Η τέχνη τους ήταν να φτιάχνουν σκηνές. Κάθε Σάββατο συζητούσε στη συναγωγή και προσπαθούσε να πείσει Ιουδαίους και Έλληνες».
     Όταν, λοιπόν, ο Απόστολος Παύλος, επισκέφθηκε την Κόρινθο, για να διδάξει την Ορθόδοξη πίστη, το ζεύγος του προσέφερε θερμή φιλοξενία καθώς είχε εντυπωσιασθεί με το κήρυγμά του. Τόσο τους άγγιξε ο φλογερός λόγος του Αποστόλου, ώστε αφού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του ως βοηθοί του.
     Ο Απόστολος Παύλος έμεινε μαζί τους συνολικά δεκαέξι μήνες, όπου και τους δίδαξε  και τους μύησε στον Χριστιανισμό. Στη συνέχεια τον ακολούθησαν στην Έφεσο της Μικράς Ασίας, όπου ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα αγαπημένοι και ευσεβείς, διαδίδουν τον Χριστιανισμό (Πράξ. 18, 18-21). Από εκεί επιστρέφουν στην Ρώμη, για να συνεχίσουν να διδάσκουν τον λόγο του Θεού.
     O Απόστολος Παύλος εντυπωσιάσθηκε τόσο από τις αρετές και την Χριστιανική τους δράση, ώστε τους μνημονεύει στις επιστολές του γράφοντας ότι, για τις προσφερθείσες υπηρεσίες τους και το θάρρος είναι ευγνώμων όχι μόνον εκείνος, αλλά και όλες οι Εκκλησίες των εθνών.
     Ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα έμειναν ενωμένοι και αγαπημένοι μέχρι και την τελευταία στιγμή, αφού σύμφωνα με την Ακολουθία του Όρθρου, όταν ο Ακύλας είδε την γυναίκα του να αποκεφαλίζεται και να μαρτυρεί είπε : «Μπορώ να μην φανώ άνδρας εγώ, ανάλογα προς την γυναίκα μου ανδρείος και πρόθυμος για αποκεφαλισμό για την Πίστη του Χριστού;» και την ακολούθησε στον θάνατο.
     Να λοιπόν ποιους πρέπει τα ζευγάρια να μιμούνται, να ποιοι είναι οι προστάτες τους. Ο άγιος Ακύλας και η αγία Πρίσκιλλα ήταν δύο άνθρωποι που ήταν ερωτευμένοι μεταξύ τους, όμως συγχρόνως είχαν και έναν κοινό έρωτα για ένα άλλο πρόσωπο…όχι ανθρώπινο, αλλά Θεανθρώπινο. Του Ιησού Χριστού. Και αυτός ο έρωτας για τον Χριστό αναζωογονούσε και τον μεταξύ τους έρωτα.
     Η Εκκλησία τιμά το άγιο αυτό ζευγάρι στις 13 Φεβρουαρίου κάθε έτους. Όμως τα Χριστιανικά ζευγάρια ας μην μένουν μόνο σε μία ημέρα εκδήλωσης του έρωτα και της αγάπης τους προς τον άλλο.
     Διότι λέει ο ιερός Χρυσόστομος: “Δεν υπάρχει τίποτε, τίποτε πολυτιμότερο από το ν’ αγαπιέται πολύ ο άντρας από τη γυναίκα του και η γυναίκα από τον άντρα της”. Και πάλι “Δεν είναι η περιουσία που φέρνει τον πλούτο στους συζύγους, αλλά η μεταξύ τους αγάπη”.

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2016

« ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ, 09.02.1881 »

     
     Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1821 στη Μόσχα. Ο πατέρας του, Μιχαήλ Αντρέγεβιτς, ήταν στρατιωτικός γιατρός. Το 1838 γίνεται δεκτός στη Στρατιωτική Ακαδημία Μηχανικών της Πετρούπολης, στην οποία έδωσε εξετάσεις διότι αυτό απαιτούσε ο πατέρας του, και χωρίζεται από τον αδελφό του. Ο Μιχαήλ Αντρέγεβιτς δολοφονείται το 1839 στο κτήμα της οικογένειας, στην επαρχία της Τούλα.
     Η δολοφονία του πατέρα Ντοστογιέφσκι συνταράσσει τον Φιοντόρ. Υπηρέτησε στο στρατό για ένα μικρό χρονικό διάστημα αλλά τον εγκατέλειψε γρήγορα για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Μελέτησε την κοινωνία και τον κόσμο όχι θεωρητικά αλλά στην πράξη. Θέμα των έργων του, η ίδια η ζωή. Είδε από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες, γνώρισε τη φτώχεια, τον πόνο, την εξαθλίωση των ταπεινών ανθρώπων και στη συνέχεια μετέφερε τις εικόνες αυτές στα μυθιστορήματά του.
     Ασχολήθηκε με τον άνθρωπο και την κοινωνία και υπήρξε αγωνιστής και επαναστάτης. Εναντιώθηκε στην πολιτική του Τσάρου Νικολάου του Α΄. Αυτή του η στάση είχε αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για συνωμοσία και να καταδικασθεί σε τετραετή φυλάκιση. Τα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές του Όμσκ υπέφερε τρομερά βασανιστήρια και εξευτελισμούς.
     Το 1857 νυμφεύεται τη Μαρία Ντμιτρίεβνα Ισάεβα, και το 1859, μαζί με τη σύζυγό του, λαμβάνουν την άδεια που τους επιτρέπει να εγκατασταθούν στην Ευρωπαϊκή Ρωσία.
     Το 1859 εκδίδει στην Πετρούπολη μαζί με τον αδελφό του δύο περιοδικά τα οποία, όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος για να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Άρχισε λοιπόν να γράφει συνέχεια και ακούραστα με αποτέλεσμα να καταφέρει να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχετικά άνετα.
     Σ’ αυτό το διάστημα έγραψε τα καλύτερά του έργα: "Ο παίχτης", "Οι αδερφοί Καραμαζώφ", "Έγκλημα και Τιμωρία", "Ο Ηλίθιος", "Οι δαιμονισμένοι".
     Όταν κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού "Πολίτης" και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, "Το Ημερολόγιο ενός συγγραφέα", που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία.
     Στις 9 Φεβρουαρίου του 1881, ο Φιοντόρ Μιχαΐλοβιτς Ντοστογιέφσκι υπέκυπτε σε αγνώστου αιτίας πνευμονική αιμορραγία. Ετάφη στο κοιμητήριο της μονής Αλεξάντερ Νιέφσκι, στην Πετρούπολη.
     Άλλα έργα του είναι τα μυθιστορήματα: "Ο φτωχόκοσμος", "Λευκές νύχτες", "Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι", "Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων", "Το υπόγειο".
     Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών και η προσφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών και τα έργα του έχουν μεταφρασθεί σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου.

www.protoporia.gr